Όλοι γνωρίζουμε ότι η επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη νέων θεραπειών και καινοτόμων προϊόντων, ακόμα και καινούριων επιστημονικών πεδίων, απαιτεί μεθοδική δουλειά και μακροχρόνια δέσμευση και αφοσίωση. Ωστόσο, όπως μας έχει αποδείξει η πραγματικότητα, κάποιες φορές χρειάζεται και λίγη τύχη!
Έτσι –εντελώς τυχαία– κάποιες ανακαλύψεις και εφευρέσεις που σήμερα θεωρούμε δεδομένες, γεννήθηκαν «κατά λάθος» και τελικά άλλαξαν τον κόσμο.
Πενικιλίνη
Το πρώτο αντιβιοτικό που ανακαλύφθηκε ποτέ είναι η πενικιλίνη. Και, μέχρι σήμερα, παραμένει ένα από τα ισχυρότερα θεραπευτικά μέσα για την αντιμετώπιση της πνευμονίας και πολλών ακόμα ασθενειών.
Προέκυψε το 1928 όταν ο Σερ Αλεξάντερ Φλέμινγκ, ένας Σκωτσέζος βιολόγος που μελετούσε το βακτήριο σταφυλόκοκκος, έφυγε για διακοπές χωρίς να πλύνει τα δισκία που χρησιμοποιούσε για μικροβιακές καλλιέργειες. Όταν επέστρεψε, παρατήρησε σε κάποια από αυτά τα δισκία μία μούχλα, η οποία αναπτυσσόταν με τρόπο που διέλυε όλα τα βακτήρια γύρω της.
Την ονόμασε πενικιλίνη και συνέβαλε στη δημιουργία του πρώτου αντιβιοτικού που έσωσε τη ζωή χιλιάδων στρατιωτών κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και εκατομμυρίων ανθρώπων έκτοτε.
Αναισθησία
Ποιος «φοβάται» τον οδοντίατρο; Πολύς κόσμος θα απαντήσουμε εμείς, ωστόσο, χάρη στην τυχαία ανακάλυψη της αναισθησίας από τον Αμερικανό οδοντίατρο Χόρας Γουέλς, σήμερα μπορούμε να υποβληθούμε σε εξαγωγές και διαφόρων ακόμη ειδών χειρουργικές πράξεις χωρίς φόβο – και, κυρίως, χωρίς πόνο.
Στα τέλη του 1844, ο Γουέλς, παρακολούθησε ένα δημόσιο θέαμα για τις επιπτώσεις που είχε στους ανθρώπους η εισπνοή υποξειδίου του αζώτου, το γνωστό σήμερα και ως «αέριο του γέλιου». Κατά τη διάρκεια της επίδειξης, ένας από τους συμμετέχοντες που είχε εισπνεύσει το αέριο, τραυματίστηκε. Ωστόσο, όταν συνήλθε δεν μπορούσε να θυμηθεί τις πράξεις του ενώ βρισκόταν υπό την επήρεια ή να εξηγήσει τις εκδορές και τους μώλωπες στα γόνατά του.
Ο Γουέλς συνειδητοποίησε τις αναλγητικές ιδιότητες του υποξειδίου του αζώτου και ξεκίνησε να πειραματίζεται με τη χρήση του, οδηγώντας στην υιοθέτηση του εν λόγω αερίου ως μία πρώιμη μορφή αναισθησίας.
Ραδιοαστρονομία
Η ραδιοαστρονομία είναι σήμερα ένα σημαντικό υποπεδίο της αστρονομίας, διότι μας επιτρέπει να παρατηρούμε φαινόμενα που δεν είναι ανιχνεύσιμα μέσω της οπτικής αστρονομίας – συμπεριλαμβανομένων των πάλσαρ, των κβάζαρ και των ραδιογαλαξιών. Ωστόσο, η προέλευσή της αλλά και η μεγαλύτερη ανακάλυψη στο εν λόγω πεδίο, ήταν θέμα τύχης.
Τη δεκαετία του 1930, ο Καρλ Γιάνσκι, ένας μηχανικός που ερευνούσε παρεμβολές στις διατλαντικές τηλεφωνικές γραμμές, ανίχνευσε για πρώτη φορά ραδιοκύματα από ένα αστρονομικό αντικείμενο. Ειδικότερα, ο Γιάνσκι συνειδητοποίησε ότι οι παρεμβολές που ερευνούσε, προέρχονταν από τον Γαλαξία μας, και έτσι γεννήθηκε η ραδιοαστρονομία. Τρεις δεκαετίες αργότερα, οι ραδιοαστρονόμοι Άρνο Άλαν Πενζίας και Ρόμπερτ Γουίλσον, ερευνώντας ένα επίμονο κοσμικό «σφύριγμα», ανακάλυψαν την τελευταία εξασθενημένη ηχώ της Μεγάλης Έκρηξης η οποία και οδήγησε στη διατύπωση της Big Bang theory.
Ακτινογραφίες
Το 1895, ο φυσικός Βίλχελμ Κόνραντ Ρέντγκεν ήταν απασχολημένος στο εργαστήριό του στο Πανεπιστήμιο του Βίρτσμπουργκ ερευνώντας τις ιδιότητες των καθοδικών ακτινών. Ξαφνικά παρατήρησε με έκπληξη ένα τρεμόπαιγμα στην οθόνη (πλατινοκυανιούχου βαρίου) που χρησιμοποιούσε: Η έκπληξη μετατράπηκε σε σοκ όταν είδε ένα σκελετωμένο χέρι – το δικό του.
Η ανακάλυψη των Ακτίνων-Χ ή Ρέντγκεν όπως ονομάστηκαν προς τιμήν του, ήταν γεγονός και σήμερα οι ακτινογραφίες χρησιμοποιούνται ευρέως για διαγνωστικούς σκοπούς: Επιτρέπουν στους γιατρούς να αποκτήσουν εικόνα του εσωτερικού του σώματος μη επεμβατικά, ενώ αποτελούν βασικό εργαλείο στην παρακολούθηση και τη θεραπεία διαφόρων παθήσεων.